ἀγριοβαβούλι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγριοβαβούλι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀγριοβαβούλι τό, Λεξ. Βερ. 147.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἄγριος καὶ τοῦ οὐσ. βαβούλι.

Σημασιολογία

Τὸ φυτὸν λάθυρος ἡ ἀφάκη (lathyrus ochrus) φέρον τὰ σπέρματά του ἐντὸς θυλακίων (ἰδ. ΜΣτεφανιδ. ἐν Λεξικογρ. Ἀρχ. 6 <1923> 221) τῆς τάξεως τῶν ψυχανθῶν (papillionaceae). Πβ. ΠΓεννάδ. 595.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/