ἁβρὸς

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἁβρὸς

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἁβρὸς ἐπίθ. Πόντ. (Τραπ. Τρίπ. Χαλδ.)

Ετυμολογία

Τὸ ἀρχ. ἐπίθ. ἁβρός.

Σημασιολογία

1)Ὁ ἔχων μορφὴν συμπαθητικὴν ἢ ἀξιέραστον, χαρίεις, ὡραῖος Πόντ. (Τραπ. Τρίπ. Χαλδ.): Ἁβρὸς ἄνθρωπος, ἁβρὴ γυναῖκα Τρίπ. Ἁβρὸν κορίτσ᾿ Χαλδ. 2)Εὐτραφής, ἐπὶ ζῴου Πόντ. (Τραπ.): ᾎσμ. Ἁβρὸς λαγὸς ἀβόσκετον ᾿ς πράσινον λιβαδόπον.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/