ἀγριόδιˬανος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγριόδιˬανος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀγριόδιˬανος ὁ, Κρήτ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἄγριος καὶ τοῦ οὐσ. διάνος.

Σημασιολογία

Ἀγριόγαλλος 2, ὃ ἰδ.: ᾎσμ. Χριστέ, καὶ νά ’μουνε λυτό, νά ’βγαινα’ ς τὸ κυνήγι, νά’ πιˬανα δέκα πέρδικες καὶ δέκα περιστέριˬα καὶ δεκοχτὼ ͜ἀγριόδιˬανους.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/