ἀγριόθωρος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγριόθωρος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀγριόθωρος ἐπίθ. Θήρ. κ.ἀ. ἀγριόθουρους Θρᾴκ. (Ἀδριανούπ. κ.ἀ.).

Χρονολόγηση

Μεσαιωνικό

Ετυμολογία

Τὸ μεσν. ἐπίθ. ἀγριόθωρος.

Σημασιολογία

1) Ὁ ἀγρίαν ὄψιν ἔχων, ὁ ἔχων ἄγριον πρόσωπον Θήρ. Θρᾴκ. κ.ἀ. Ἡ σημ. καὶ μεσν. Πβ. Πικατόρ. Ρίμ. θρηνητ. 70 (ἔκδ. Wagner σ. 226) «κ’ εἶχεν θωριὰν ἀγριόθωρην, μαύρην κι ἀλλοτριωμένη». Συνών. ἀγριοθώρητος. 2) Ὁ βλοσυρῶς προσβλέπων Θρᾴκ. (Ἀδριανούπ.)

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/