ἀγριοκαρδαμούδα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγριοκαρδαμούδα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀγριοκαρδαμούδα ἡ, Κέρκ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἄγριος καὶ τοῦ οὐσ. καρδαμούδα.

Σημασιολογία

Ἀγριόχορτα τῆς τάξεως τῶν σταυρανθῶν (cruciferae) ΠΓεννάδ. 464 καὶ 485 1) Τοῦ γένους τοῦ καρδάμου (lepidum) κάρδαμον ἡ δράβη (lepidium draba), ἡ τοῦ Διοσκορ. (2,186) δράβη. Συνών. βρομολάχανο. 2) Τὸ ἀγριολαχανικὸν καψάκιον τὸ βαλάντιον (capsella bursa pastoris), τὸ θλάσπι τοῦ Διοσκορ., οὗτινος «τὸ σπερμάτων ἐμφερὲς καρδάμῳ» (2,185). 3) Τὸ φυτὸν καρδαμίδα (erucaria aleppica) τῆς τάξεως τῶν σταυρανθῶν (cruciferae).

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/