ἀγριοκουκκολαθούρι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγριοκουκκολαθούρι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀγριοκουκκολαθούρι τό, ἀμάρτ. ἀγριοκουτσολάθ’ρι Ἤπ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἄγριος καὶ τῶν οὐσ. κουκκὶ καὶ λαθούρι.

Σημασιολογία

Τὸ φυτὸν λάθυρος ἡ ἀφάκη (lathyrus aphaca) ὅμοιον πρὸς κουκκεˬάν. Συνών. ἀγριολαθούρι Ἰδ. ΜΣτεφανίδ. ἐν Λεξικογρ. ᾿Αρχ. 6 (1923) 221.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/