ἀγουστέλα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀγουστέλα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θυληκό
Τυπολογία
ἀγουστέλα ἡ, Κεφαλλ. ἀχ᾿στέλα Ἴμβρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ μεσν. οὐσ. ἀγουστάλιον. Πβ. καὶ GMeyer Neugr. Stud. 4,6.
Σημασιολογία
1)Τὸ δεύτερον σῦκον τῆς βουσυκῆς ὡριμάζον κατ᾿ Αὔγουστον, σῦκον καλὸν καὶ ἁδρὸν Κεφαλλ. 2)Ἀπίδιον μεγάλου σχήματος ὡριμάζον κατ᾿ Αὔγουστον Ἴμβρ.: Μᾶς φέραν ἕνα καλάθ᾿ ἀχ᾿στέλις.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA