ἀδιˬάσειστος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀδιˬάσειστος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀδιˬάσειστος ἐπίθ. ἀμάρτ. ἀδιˬάσειστους Σάμ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ μεταγν. ἐπιθ. ἀδιˬάσειστος=ὁ μὴ διασειόμενος.
Σημασιολογία
Ἄθικτος: Ἀδιˬάσειστου σπίτ’ (τὸ μεθ’ ὅλων τῶν ἐν αὐτῷ ἐπίπλων, σκευῶν κττ.)
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA