ἀγριοπήγανο

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγριοπήγανο

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀγριοπήγανο τό, πολλαχ. ἀγριοπήγανος ὁ, ΘΧελδράιχ 19 καὶ 27.

Χρονολόγηση

Μεσαιωνικό

Ετυμολογία

Τὸ μεσν. οὐσ. ἀγριοπήγανον.

Σημασιολογία

Διάφορα ἀγριόχορτα 1) Τῆς τάξεως τῶν ρυτωδῶν (rutaceae) α) Τοῦ γένους τῆς ρυτῆς (ruta) ρυτὴ ἡ ὀρεινὴ (ruta montana), πιθανῶς τὸ ἀρχ. πήγανον ὀρεινὸν ΘΧελδράιχ 19 β) Τοῦ γένους τοῦ πηγάνου (peganum) πήγανον ἡ ἅρμαλα, τὸ ἀρχ. βότανον πήγανον ἄγριον (Διοσκορ. 3, 46) πολλαχ. Πβ. ΠΓεννάδ. 778. 2) Τὸ πρὸς πήγανον ὅμοιον θαμνῶδες βότανον κορονίλλα ἡ ἐμετοειδὴς (coronilla emetoides) τῆς τάξεως τῶν ψυχανθῶν (papillionaceae) ΘΧελδράιχ 27. Ἡ λ. ὑπὸ τὸν τύπ. Ἀγριοπήανος ὡς τοπων. Ρόδ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/