ἀδραχτᾶς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀδραχτᾶς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
ἀδραχτᾶς ὁ, (Ι) Ζάκ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. ἀδράχνω ἀντὶ ἀδραχτής.
Σημασιολογία
Ὁ σφετεριζόμενος τὰ ξένα πράγματα, ἅρπαξ. Συνών. ἀδράχτης (ΙΙ), ἅρπαγας, ἁρπαγούνης, ἁρπαγουνιάρης, ἁρπαγῶνας, ἁρπάχτης (Ι), ἁρπαχτοχέρης.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA