Προβολή εικόνων Κέντρον Ερεύνης Ελληνικής Φιλοσοφίας
<< 10 10 >>Σύνολο: 4244
ἀνέλπιστον
Ανέλπιστο
ἀνήκεστος
Ανεπανόρθωτος
ἀνήνυστον (ἐστί)
(Είναι) αδύνατο να συμβεί
ἀνήρ (ἀντιδιαστ. ζῷον, θήρ)
Δεν υπάρχει περιγραφή
ἀνήρ θνητὸς
Θνητός
ἀναίσιμος
Ανάρμοστος/απρεπής
ἀναβαίνειν
Επανέρχομαι/εξετάζω εξ αρχής
ἀναβλαστεῖν
Αναφύομαι
ἀναγκάζεσθαι
Αναγκάζομαι
ἀναγκαῖος
Τα αναγκαία για τη ζωή
ἀναθρώσκειν
Αναπηδώ/εκτινάσσομαι
ἀναθυμίασις
Αναθυμίαση