Objects Κέντρον Ερεύνης Επιστημονικών Όρων και Νεολογισμών

<< 10 10 >>

Total: 11615

chlorofluorocarbon (CFC)

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Οικογένεια χημικών ουσιών αποτελούμενων κυρίως από άνθρακα, υδρογόνο, χλώριο και φθόριο, οι οποίες χρησιμοποιούνται κυρίως ως ψυκτικά και βιομηχανικά μέσα καθαρισμού. Κύριο μειονέκτημά τους είναι η τάση να καταστρέφουν το προστατευτικό στρώμα όζοντος της γης.

chlorure de nitryle

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Ουσία στην οποία ξαναβρίσκουμε μέσα στο ίδιο μόριο τα δύο πιο σπουδαία καταστροφικά στοιχεία του στρατοσφαιρικού όζοντος.

choc acide du printemps

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Διαταραχή που συμβαίνει την άνοιξη, όταν το μολυσμένο από ρύπους χιόνι που έχει συσσωρευθεί επί πέντε ή έξι μήνες, λιώνει κατά τη διάρκεια των πρώτων θερμών ανοιξιάτικων ημερών.

chopper

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Συσκευή που μπορεί να τεθεί σε κίνηση μηχανικά ή φωτοηλεκτρικά και χρησιμοποιείται για να κόβει τις φωτογραφίες που εκτυπώθηκαν σε ρολό από το αυτόματο μηχάνημα εκτύπωσης

chouquage

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Σε αντιδραστήρα ζέοντος ύδατος, μη ελεγχόμενες ταλαντώσεις στην ατμοποίηση του νερού, που προκαλούν ταλαντώσεις της ισχύος. Σε μερικές περιπτώσεις το φαινόμενο αυτό μπορεί να είναι πιο έντονο και να απαιτήσει την επείγουσα διακοπή της λειτουργίας του αντιδραστήρα. Ο όρος αυτός έχει διατυπωθεί σύμφωνα με την ονοματοποιία που μιμείται το θόρυβο του φαινομένου αυτού.

chromatogram

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

chromatography

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

chromium

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

chromophore

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

chromopotentiometry

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

chute du pH

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Μείωση στην τιμή pH που συμβαίνει και όταν το χιόνι λιώνει, οπότε τα πρώτα τμήματα του νερού που παράγονται είναι πολύ περισσότερο όξινα από ό,τι τα τελευταία. Αυτό συνήθως προκαλεί απότομη πτώση στο pH ρυακίων και λιμνών κατά την αρχή της άνοιξης.

chèque-voyage

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Προτυπωμένη επιταγή σε ελληνικό ή ξένο νόμισμα στρογγυλευμένου ποσού, η οποία προστατεύει τον φέροντα κατά κινδύνου κλοπής. (Τομέας : Τράπεζες)
<< 10 10 >>