avoir les qualifications nécessaires
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
avoir les qualifications nécessaires
to have the necessary qualifications
Ελληνική απόδοση όρου
έχω τα αναγκαία προσόντα
Θεματική ενότητα
Οικονομία
Παρατηρήσεις-Σχόλια
βλ. qualification | προσόν
Τόμος
3-4
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
1990
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA