en excès
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
en excès
in excess
Ελληνική απόδοση όρου
καθ' υπέρβαση, πλεονάσματα
Περιγραφική ερμηνεία όρου
Επιπλέον ποσότητες χημικών ουσιών από ανθρωπογενείς προελεύσεις ενός οικοσυστήματος σε σχέση με ποσότητες χημικών ουσιών που υπάρχουν φυσιολογικά στο ίδιο οικοσύστημα.
Θεματική ενότητα
Όξινη βροχή
Τόμος
7
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
2000
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA