alcène fluoré
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
alcène fluoré
fluorinated alkene
Ελληνική απόδοση όρου
φθοροαλκένιο, φθοριωμένο αλκένιο
Περιγραφική ερμηνεία όρου
Φθοροπαράγωγο ενός άκυκλου μονοακόρεστου υδρογονάνθρακα.
Θεματική ενότητα
Όζον
Τόμος
7
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
2000
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA