energy loss(es)

Ενότητα:

Επιστημονική Ορολογία

Ξενόγλωσσος όρος

energy loss(es)

Ελληνική απόδοση όρου

απώλεια(-ες) ενέργειας

Περιγραφική ερμηνεία όρου

Γενικός όρος ο οποίος αναφέρεται στην ενέργεια που έχει μετατραπεί σε μη χρήσιμη μορφή, κατά τη διάρκεια της λειτουργίας ενός συστήματος παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης ενέργειας, π.χ. απώλειες θερμότητας.

Θεματική ενότητα

Ενεργειακή Τεχνολογία

Παρατηρήσεις-Σχόλια

(Βλ. και electric system losses, heat losses)

Τόμος

11

Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ

2012

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/