global warming
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
global warming
Ελληνική απόδοση όρου
πλανητική υπερθέρμανση
Περιγραφική ερμηνεία όρου
Όρος ο οποίος χρησιμοποιείται, για να περιγράψει την κατά μέσον όρο αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας, η οποία οφείλεται στο φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Θεματική ενότητα
Ενεργειακή Τεχνολογία
Τόμος
11
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
2012
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA