silicon
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
silicon
Ελληνική απόδοση όρου
πυρίτιο
Περιγραφική ερμηνεία όρου
Χημικό στοιχείο, με ατομικό αριθμό 14, το οποίο είναι ημιμεταλλικό και άριστος ημιαγωγός, χρησιμοποιούμενο σε ηλιακές φωτοβολταϊκές συσκευές. Συνήθως βρίσκεται στην άμμο.
Θεματική ενότητα
Ενεργειακή Τεχνολογία
Τόμος
11
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
2012
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA