gérescence
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
gérescence
Ελληνική απόδοση όρου
γήρανση πληθυσμού
Περιγραφική ερμηνεία όρου
Διαδικασία γήρανσης του πληθυσμού. (Τομέας : Δημογραφία / Γεροντολογία / Γήρανση)
Θεματική ενότητα
Γεροντολογία
Παρατηρήσεις-Σχόλια
Σημείωση : Ο νεολογισμός αυτός προτείνεται για να αποφευχθεί η σύγχυση με τη γήρανση του ατόμου. Βλέπε επίσης : gérité
Τόμος
6
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
1997
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA