émpilement (dans un appareil de comptage)
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
émpilement (dans un appareil de comptage)
pile-up
Ελληνική απόδοση όρου
συσσώρευση (σε συσκευή μέτρησης)
Περιγραφική ερμηνεία όρου
Φαινόμενο κατά το οποίο δύο (ή περισσότερες) κρούσεις αρκετά κοντά η μια στην άλλη χρονικά, ώστε να μην μπορεί η συσκευή μέτρησης να τις ξεχωρίσει, προξενούν το ίδιο αποτέλεσμα με μια μοναδική κρούση.
Θεματική ενότητα
Πυρηνική τεχνολογία
Τόμος
6
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
1997
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA