teneurmètre
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
teneurmètre
content meter
Ελληνική απόδοση όρου
περιεκτικόμετρο (ισοτοπόμετρο;)
Περιγραφική ερμηνεία όρου
Μετρητική διάταξη που περιλαμβάνει μια πηγή ακτινοβολιών σε ιόντα και που χρησιμοποιείται στη μέτρηση της περιεκτικότητας σε ένα ή περισσότερα συστατικά μιας ουσίας αέριας, υγρής ή στερεής. Αυτό επιτυγχάνεται με τον καθορισμό των χαρακτηριστικών της ακτινοβολίας που προκύπτει από τη χρησιμοποιούμενη διεργασία, μέσα σε μια γεωμετρία σαφώς καθορισμένη.
Θεματική ενότητα
Πυρηνική τεχνολογία
Τόμος
6
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
1997
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA