marchandisage
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
marchandisage
merchandising
Ελληνική απόδοση όρου
εμπορευματοποίηση (εμπορευματισμός)
Περιγραφική ερμηνεία όρου
Σύνολο τρόπων που αποβλέπουν στην εξασφάλιση της καλύτερης δυνατής διάθεσης των προϊόντων με την προσαρμογή και την προβολή των εμπορευμάτων με βάση τις εκάστοτε ανάγκες των καταναλωτών και διάφορα στοιχεία εμπορικής πολιτικής. (Τομέας : Εμπόριο)
Θεματική ενότητα
Οικονομία
Τόμος
5
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
1994
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA