Objets Κέντρον Ερεύνης Επιστημονικών Όρων και Νεολογισμών

<< 10 10 >>

Total: 11615

peak clipping / shaving

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Η διαδικασία εφαρμογής μέτρων, για να μειωθεί η μέγιστη ζήτηση ισχύος σε ένα σύστημα.

peak demand load

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Η μέγιστη ζήτηση ενέργειας ή φορτίου σε ένα καθορισμένο χρονικό διάστημα.

peak oil

Ενότητα: Νεολογισμοί: ελληνογενείς και ξενόγλωσσοι
«Για τους απαισιόδοξους γεωλόγους το “peak oil” θα φτάσει μεταξύ του 2007 και του 2010, ενώ για τους αισιόδοξους υπάρχει ακόμη χρονικός ορίζοντας ως το 2030»

peak sensitivity

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Το μήκος κύματος φωτός που παρέχει την περισσότερο αποτελεσματική αντίδραση ενός φωτοευαίσθητου στρώματος

peak shifting

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Διαδικασία μετατόπισης φορτίων αιχμής σε περιόδους χαμηλής ζήτησης.

peak wind speed

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Η μέγιστη στιγμιαία ταχύτητα του ανέμου, όπως διαμορφώνεται σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο ή διάστημα.

peaking capacity

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Η ικανότητα ενός συστήματος να καλύπτει τη μέγιστη ζήτηση για ισχύ.

peau artificielle

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

peer review

Ενότητα: Νεολογισμοί: ελληνογενείς και ξενόγλωσσοι
«Αυτό το “σύστημα κρίσης από συναδέλφους”(peer review system) θα ήταν και το αποφασιστικό φίλτρο για τη διάθεση των επιχορηγήσεων προς τους επιστήμονες, ώστε να μπορούν να συνεχίσουν την έρευνά τους»

peer to peer

Ενότητα: Νεολογισμοί: ελληνογενείς και ξενόγλωσσοι
«Η ιδιαίτερη “χημεία” δοκιμάστηκε αρχικά με την εφαρμογή KaZaA που επέτρεπε την ανταλλαγή τραγουδιών σε αρχεία mp3 μέσω της τεχνολογίας peer-to-peer (δηλαδή ιδιωτική επικοινωνία μεταξύ ισότιμων χρηστών)»

pension

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

penstock

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Σωλήνας ο οποίος μεταφέρει νερό σε στρόβιλο και αποτελεί συστατικό εγκαταστάσεων υδροηλεκτρικής ενέργειας.
<< 10 10 >>