substance chimique de remplacement

Ενότητα:

Επιστημονική Ορολογία

Ξενόγλωσσος όρος

substance chimique de remplacement

chemical substitute

Ελληνική απόδοση όρου

χημικό υποκατάστατο

Περιγραφική ερμηνεία όρου

Χημική ουσία, η οποία μπορεί ν αντικαταστήσει μια απαγορευμένη ουσία γιατί παρουσιάζει τις επιθυμητές ιδιότητες, ενώ συγχρόνως στερείται μειονεκτημάτων.

Θεματική ενότητα

Όζον

Τόμος

7

Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ

2000

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/