Τεκμήρια από Κέντρον Ερεύνης Επιστημονικών Όρων και Νεολογισμών

<< 10 10 >>

Σύνολο: 11615

diffused light source

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

diffusion

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Διαδικασία με την οποία μια αλλαγή κατεύθυνσης ή ενέργειας ενός προσπίπτοντος σωματιδίου προκαλείται από την σύγκρουση του σωματιδίου αυτού με ένα άλλο σωματίδιο ή με σύστημα σωματιδίων.

diffusion

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Η κίνηση μεμονωμένων μορίων μέσα σε ένα υλικό. Η διείσδυση των υδρατμών σε ένα υλικό.

digester (anaerobic)

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Συσκευή στην οποία ένα οργανικό υλικό αποσυντίθεται με βιοχημικό τρόπο από αναερόβια βακτήρια, ώστε να υποστεί επεξεργασία ή/και να παραχθεί βιοαέριο.

diglossia

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

dilatancy

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

dilution

Ενότητα: Νεολογισμοί: ελληνογενείς και ξενόγλωσσοι
«Το γεγονός αυτό βρίσκει αντίθετους πολλούς ξένους επενδυτές μετόχους, καθ' όσον η έκδοση νέων μετοχών μειώνει τη συμμετοχή τους στην επιχείρηση (dilution)»

dimerisation

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

diminution printanière d' ozone

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Ανεξήγητη μείωση μιας μεγάλης ποσότητας όζοντος που παρατηρείται κάθε χρόνο τον Οκτώβριο, κατά τη διάρκεια της νότιας άνοιξης.

diode

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Ηλεκτρονική συσκευή η οποία επιτρέπει στο ρεύμα να κινείται προς μία μόνο κατεύθυνση.

dioxyde de chlore

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Ενδιάμεσο προϊόν, το οποίο παίζει ένα ρόλο μέσα στην καταλυτική αλυσίδα της καταστροφής του στρατοσφαιρικού όζοντος.

direct current

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Τρόπος μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος, με τον οποίο το ρεύμα κινείται προς μία κατεύθυνση μέσα στον αγωγό. Είναι συνήθως σχετικά χαμηλής τάσης και υψηλού ρεύματος.
<< 10 10 >>