Τεκμήρια από Κέντρον Ερεύνης Επιστημονικών Όρων και Νεολογισμών

<< 10 10 >>

Σύνολο: 11615

ballooning (έλλειμμα)

Ενότητα: Νεολογισμοί: ελληνογενείς και ξενόγλωσσοι
«Η πτώση του δολαρίου, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας των ΗΠΑ, θα αποδυναμώσει τις πιέσεις που δέχεται το ballooning έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών»

bancassurance

Ενότητα: Νεολογισμοί: ελληνογενείς και ξενόγλωσσοι
«Υπενθυμίζεται ότι η Groupama και η Ergo Insurance Group έχουν υποβάλει δεσμευτικές προσφορές για την αγορά μετοχών της ΑΤΕ Ασφαλιστικής και τη σύναψη στρατηγικής συμφωνίας bancassurance με την ΑΤΕ Bank»

bande

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

bandwidth

Ενότητα: Νεολογισμοί: ελληνογενείς και ξενόγλωσσοι
«Αυτό βέβαια ισχύει σε ονομαστικές τιμές, γιατί η αλήθεια είναι ότι κανένας πάροχος στην Ελλάδα δεν μπορεί να προσφέρει επαρκές bandwidth, ιδίως προς σελίδες στο εξωτερικό, ειδικά αν μιλάμε για ταχύτητες της τάξης των 15 Mbps και άνω»

banking

Ενότητα: Νεολογισμοί: ελληνογενείς και ξενόγλωσσοι
Δεν υπάρχει περιγραφή

banque

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

banque de détail

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Σύνολο τραπεζικών εργασιών μικρού ύψους που διενεργούνται κυρίως με πελάτες ιδιώτες, ελεύθερους επαγγελματίες ή μικροεπιχειρηματίες. (Τομέας : Χρηματοοικονομικός/Τράπεζες)

bar code

Ενότητα: Νεολογισμοί: ελληνογενείς και ξενόγλωσσοι
«...του bar code, δηλαδή του σήματος με τις μαύρες κάθετες γραμμές με το οποίο σφραγίζονται πολλά προϊόντα»

barium

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

barre de commande

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Κινητή ράβδος η οποία, ανάλογα με τη θέση της επιδρά στην δραστικότητα ενός αντιδραστήρα και που χρησιμοποιείται για να τον ελέγχει.

barre de dopage

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Ράβδος καυσίμου που εισάγεται προσωρινά στην καρδιά ενός πυρηνικού αντιδραστήρα για να αντιμετωπίσει την πτώση της δραστικότητας, η οποία οφείλεται στη δημιουργία πυρηνικών δηλητηρίων, όπως το ξένον 135, στα προϊόντα σχάσης.

barre de pilotage

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Ράβδος ελέγχου που χρησιμοποιείται για τους λεπτούς και ακριβείς διακανονισμούς της αντιδραστικότητας ενός αντιδραστήρα.
<< 10 10 >>