-άβα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
-άβα
Τύπος
Λήμμα
Τυπολογία
-άβα κατάλ. παραγωγικὴ Πόντ. (Κερασ. Κοτύωρ. Τραπ. Χαλδ. κ.ἀ.)
Ετυμολογία
Σλαβ. ἀρχῆς.
Σημασιολογία
Χρησιμεύει εἰς τὸν σχηματισμόν τοῦ θηλυκοῦ ὀνομάτων προσηγορικῶν, κυρίων, ἐπωνύμων καὶ σπανίως ἐπιθέτων, οἷον: τοπᾶνος-τοπανάβα, γιˬατρὸς-γιˬατράβα, Κοσμᾶς-Κοσμάβα, Στρωματᾶς-Στρωματάβα, κακᾶς-κακάβα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA