ἀζουδεύομαι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀζουδεύομαι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀζουδεύομαι ἀμάρτ. ἀζουδεύγομαι Κρήτ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἄζουδος. Πβ. ΓΧατζιδ. ἐν ᾿Αθηνᾷ. 36 (1924) 193 κἑξ.
Σημασιολογία
Κλαίω τὴν τύχην μου. Ἰδ. ἄζουδος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA