ἀλεποτορὸς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀλεποτορὸς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
ἀλεποτορὸς ὁ, ἀμάρτ. ἀλιπουτουρὸς Ἤπ. ἀλ’πουντουρὸς Στερελλ. (Αἰτωλ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν οὐσ. ἀλεποῦ καὶ τορός, παρ’ ὃ καὶ ντορός, ὅθεν τὸ ἀλ’πουντουρός.
Σημασιολογία
Ἴχνη ἀλώπεκος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA