ἀλογοσύρτης

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀλογοσύρτης

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

ΑρσενικόἘκ τῶν οὐσ. ἀλογο καὶ σύρτης.

Τυπολογία

ἀλογοσύρτης ὁ, Ἤπ. –Λεξ. Μ. Ἐγκυκλ. ἀλουγουσύρτ᾿ ς Θεσσ. Μακεδ. (Καταφύγ. Κοζ.) Στερελλ. (Αἰτωλ.)ἀλογοσούρτης Πελοπν. (Ἀρκαδ. Δημητσάν. Καλάβρυτ. Λακων. Λάστ. Οἰν.)κ.ἀ. –Λεξ. Βλαστ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. ἀλογο καὶ σύρτης.

Σημασιολογία

1) Ὁ κλέπτης ἵππων κυρίως, ἀλλὰ καὶ ἡμιόνων καὶ ὄνων καὶ ἐν γένει ὁ ζῳοκλέπτης ἔνθ᾿ἀν. Πβ. ἀλογοκλέφτης. 2) Ὁ ὑποθάλπων καὶ ὑποβοηθῶν τοὺς κλέπτας τῶν ἵππων Πελοπν. (Καλάβρυτ.)

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/