Ἀμαζονία

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

Ἀμαζονία

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

Ἀμαζονία ἡ, Πόντ(Οἰν.)Μαζονία Πόντ(Κερασ.)

Ετυμολογία

Τὸ θηλ. τοὺ ἀρχ. ἐπιθ. Ἀμαζόνιος οὐσσιαστικοποιηθέν.

Σημασιολογία

1)Ὀρεινή τις χώρα τοῦ Πόντου Πόντ. (Οἰν.) : Φρ. Ἀσ’ σὴν Ἁμαζονίαν ἐκατῆβεν (εἶναι ἄνθρωπος ὀρεινός, βουνήσιος) . 2)Ὑγρὸς καὶ ὁμιχλώδης καιρὸς, ὑγρασία. Διὰ τὴν σημασιολογικὴν ἐξέλιξιν πβ. τὰ ἀρχ. Ἑλλησπόντος -Ἑλλησποντίας, Θράκη –Θρήκιος, Κάικος – Καικίας καὶ τὴν φρ. ἐδῶ εῑναι Σιβηρία, ἤτοι ψῦχος Σιβηρικὸν)Πόντ (Κερασ.)Συνών. ὑγρασία.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/