ἁμαξόπορτα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἁμαξόπορτα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἁμαξόπορτα ἡ, Λεξ. Πόππλετ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. ἅμαξα ἢ ἁμάξι καὶ πόρτα.

Σημασιολογία

Θύρα μεγάλη, διὰ τῆς ὁποῖας δύναται νὰ εἰσέλθῃ ἅμαξα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/