ἁμαξόστρατα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἁμαξόστρατα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἁμαξόστρατα ἡ, Θρᾴκ. Κύπρ. — Λεξ. Γαζ. (λ. ἁμαξήλατος).

Ετυμολογία

Τὸ μεσν. οὐσ. ἁμαξόστρατα.

Σημασιολογία

Ἁμαξική, ὃ ἰδ., ἔνθ’ ἀν.: Μέσ’ ‘ς τὴν ἁμαξόστραταν φαίνονται οἱ ἀρνέρες τἀ ἁμαι̮οῦ ποῦ πέρασαν (ἀρνέρες = ἴχνη τῶν τροχῶν) Κύπρ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/