ἀμμοχτισμένος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀμμοχτισμένος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀμμοχτισμένος ἐπίθ. Ζάκ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἂμμος καὶ τοῦ χτισμένος μετοχ. τοῦ ρ. χτίζω.

Σημασιολογία

Ἐκτισμένος ἐπὶ τῆς ἂμμου. Συνών. ἀμμόχτιστος

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/