ἀμπαροτινάχτης
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀμπαροτινάχτης
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
ἀμπαροτινάχτης ὁ, Ἤπ. ἀbαρουτ᾿νάχτ᾿ς Ἴμβρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν οὐσ. ἀμπάρι καὶ τιναχτής.
Σημασιολογία
Ὁ κενωτὴς τῆς ἀποθήκης, ἐπὶ τοῦ μηνὸς Μαρτίου ἔνθ᾿ἀν. : Παροιμ. Μάρτ᾿ς, γδάρτ᾿ς, ἀbαρουτ᾿ νάχτ᾿ς κὶ κουφ᾿νιδουτ᾿νάχτ᾿ς (ὅτι κατὰ τὸν μῆνα Μάρτιον γίνεται δριμὺ ψῦχος καὶ ἐξαντλοῦνται αἱ ζωοτροφίαι) Ἴμβρ. Συνών. ἀδ͜ειασταμπάρης, κοφινιδοτινάχτης, τιναχτοκαλαθίδης.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA