ἀμυγδαλοσκισμένος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀμυγδαλοσκισμένος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀμυγδαλοσκισμένος ἐπίθ. ἀμάρτ.ἀμυγδαλουσκισμένους Στερελλ. (Παρνασσ.)’μυγδαλοσκισμένος Ἤπ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀμύγδαλο καὶ τοῦ σκισμένος μετοχ. τοῦ ρ. σκίζω.

Σημασιολογία

Ὁ ἔχων τὸν κανθὸν ἀμυγδαλοειδῆ, ἐπὶ ὀφθαλμοῦ: ᾌσμ. Μάτι̮α ’μυγδαλοσκισμένα | κι ἀπ’ τὸν ὕπνο λιγωμένα Ἤπ. Μάτι̮α ἀμυγδαλοσκισμένα | κι̮ ἀπ’ τοὺν κόπου ντραλουμένα Παρνασσ. Συνών. ἀμυγδαλόσκιστος. Πβ. ἀμυγδαλωτός.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/