ἀφλεβοτόμητος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀφλεβοτόμητος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀφλεβοτόμητος ἐπίθ. λόγ. κοιν. ἀφλοοτόμητος Κύπρ. ἀφλοοτόμιστος Νάξ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ λογίου φλεβοτομῶ.
Σημασιολογία
Ὁ μὴ φλεβοτομηθείς, ὁ μὴ ὑποστὰς ἀφαίμαξιν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA