ἀρα͜ιόλευκος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀρα͜ιόλευκος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀρα͜ιόλευκος ἐπίθ. ΚΧατζοπ. Πύργ. Ἀκροπότ. 3.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν ἐπιθ. ἀραιὸς καὶ λευκός.

Σημασιολογία

Ὁ ἔχων ἀραιὰν τὴν σύστασιν καὶ λευκὸν τὸ χρῶμα: ’Σ τὸν ἀπομεσημεριάτικο οὐρανὸ ἀργοκυλοῦσαν ἀρα͜ιόλευκα τὰ σύννεφα του Μάι.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/