ἄφραγκος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἄφραγκος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἄφραγκος ἐπίθ. σύνηθ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ τοῦ οὐσ. φράγκο.
Σημασιολογία
Ὁ στερούμενος παντελῶς χρημάτων. Συνών. ἀδέκαρος, ἀναπαραδιάρις ἀνάργυρος (Ι), ἄπαρος, ἀπένταρος, ἄψιλος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA