ἀναίτιος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀναίτιος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀναίτιος ἐπίθ. Ἤπ. Πελοπν. (Λακῶν) ‒Λεξ. Περίδ. ’Ηπίτ.

Ετυμολογία

Τὸ ἀρχ. ἔπίθ. ἀναίτιος.

Σημασιολογία

1) Ὁ μὴ ὢν ἔνοχος, ὁ μὴ πταίων Λεξ. Περίδ ᾿Ηπίτ. Συνών. ἀθῷος 1, ἄφταιγος 2) Καινουργὴς (δηλ. ὁ μὴ ἔχων ἐλάττωμά τι, ὁ μὴ ἄξιος ψόγου) Ἤπ. Συνών. ἄγγιχτος 2, ἀγκαίνιˬαστος 2, ἀμεταχείριστος, ἄπιˬαστος, ἀφόρετος, καινούργιˬος. 3)Ὁ μὴ ὑποστὰς φθορὰν ἢ ἐλάττωσιν, ἀνελλιπής, ἄρτιος Πελοπν. (Λακων) Συνών. ἄγγιˬαχτος 2β, ἄγγιχτος 1β. ἀκέρα͜ιος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/