γεμέκι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γεμέκι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
γεμέκι τό, ἀμάρτ. γιμέ’ Θεσσ. (Ἀνατολ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ Τουρκ. yemek=γεῦμα.
Σημασιολογία
Τὸ γεῦμα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA