γερακωτὸς

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γερακωτὸς

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

γερακωτὸς ἐπίθ. Ἤπ. - Γ.Βλαχογιάνν., Λόγοι κιˬ ἀντίλ.,). 27 - Λεξ. Βλαστ. 96, 130 Δημητρ. γιρακουτὸς Ἤπ. (Κουκούλ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ οὐσ. γεράκι καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. -ωτός.

Σημασιολογία

Γερακᾶτος 1, ὃ ἰδ., ἔνθ᾽ ἀν.: Γιρακουτὴ μύτ’ ἔ᾽ κιˬ οὑ Χαρίλαους Κουκούλ. Μύτη γερακωτὴ Ἤπ. Λεξ. Δημητρ. Μάτιˬα γερακωτὰ Λεξ. Βλαστ. 130. Τ’ ὄμορφο παλληκαράκι μὲ τὴ γερακωτὴ ματιˬὰ καὶ μὲ τὸ δίκοπο σπαθὶ ’ς τὴ μέση Γ.Βλαχογιάνν., ἔνθ᾽ ἀν. Ἡ λ. καὶ ὡς τοπων. ὑπὸ τὸν τύπ. Γερακωτὸ Πελοπν. (Καρίτ.)

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/