γερανίδιν

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γερανίδιν

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

γερανίδιν τό, Πόντ. (Οἰν.) γερανίδ’ Πόντ. (Ὄφ.)

Ετυμολογία

γερανίδιν τό, Πόντ. (Οἰν.) γερανίδ’ Πόντ. (Ὄφ.)

Σημασιολογία

Γερανὸς 1, ὃ ἰδ.: Τὰ γερανίδ ψηλὰ πετοῦνε Ὄφ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/