-αριˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

-αριˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Παραγωγική κατάληξη

Τυπολογία

-αριˬὰ κατάλ. παραγωγικὴ κοιν.

Ετυμολογία

Ἐξ οὐσιαστικῶν ληγόντων εἰς –ιˬὰ, ἐσχηματισμένων δὲ ἐξ οὐσιαστικῶν εἰς -άρι, οἷον: καλαμάρι - καλαμαριˬά, μαστάρι - μασταριˬά, φεγγάρι – φεγγαριˬὰ κττ., ἀπεσπάσθη ὁλόκληρον τὸ -αριˬὰ ὡς παραγωγικὴ κατάλ.

Σημασιολογία

Δι᾿ αὐτῆς σχηματίζονται οὐσιαστικὰ ἐξ οὐσιαστικῶν δηλοῦντα 1) Ὅ,τι καὶ τὸ πρωτότυπον, οἷον: ζυγὸς–ζυγαριˬὰ 2) Συνθετώτερόν τι καὶ περιεκτικώτερον, οἷον: κλειδὶ-κλειδαριˬά, συκώτι–συκωταριˬὰ κοιν. μουστακαριˬὰ (μεγάλη μουστάκα), κολαριˬὰ (μέγας κόλος) Ἤπ. (Πβ. ΓΧατζιδ. ἐν ᾽Αθηνᾷ 29 <1917> Λεξικογρ. ’Αρχ. 11).

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/