ἀριθμῶ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀριθμῶ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀριθμῶ ἀμάρτ. ἀριφνῶ ’Ικαρ. Κάρπ. Κρήτ. (Σητ.) Νάξ. (᾿Απύρανθ.) ἀρ’φνῶ Μύκ. ἀριχνῶ Κρήτ. ᾿ριφνῶ Νάξ. (᾽Απύρανθ.) Σῦρ. ἀριθμίζω πολλαχ. ἀρ’θμίζω’Αθῆν.

Χρονολόγηση

Αρχαίο

Ετυμολογία

Τὸ ἀρχ. ἀριθμῶ.

Σημασιολογία

1) Μετρῶ Ἰκαρ. Κρήτ. κ.ἀ. 2) Γράφω ἀριθμητικὴν σειρὰν ᾽Αθῆν.: ᾿Αριθμίζω τὸ βιβλίο-τὸ κατάστιχο (τυπώνω διὰ τῆς ἀριθμητικῆς μηχανῆς ἢ ἁπλῶς διὰ τῆς χειρὸς γράφω τοὺς ἀριθμοὺς τῶν σελίδων). Βιβλίο–τετράδιο ἀριθμισμένο. 3) Ὑπολογίζω, σκέπτομαι Κρήτ. (Σητ.) Μύκ. Νάξ. (᾿Απύρανθ.) Σῦρ. κ.ἀ. Ποτέ μου δὲ dὸ ᾿ρίφνου (ἐσκεπτόμην) ᾿Απύρανθ. ᾽Αποτσεῖ ποῦ δὲ d’ ἀρ’φνᾷ ἐρχόdαι τὰ τ᾿χερὰ (ἀποκεῖ ποῦ δὲν σκέπτεται ἔρχονται τὰ τυχερὰ) Μύκ. Δὲ dὸ ᾿ρίφνουμου Σῦρ. ᾿Αριφνᾷς τονε νά ’ναι ἐδὰ ἐκει͜ά; Σητ. 4) ’Αντιλαμβάνομαι, ἀνακαλύπτω Κάρπ.: Ἔν ἀριφνᾷς τὸν κλέφτη.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/