ἀναποδοκαηˬμένος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀναποδοκαηˬμένος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀναποδοκαηˬμένος ἐπίθ. Κεφαλλ.-Λεξ. Δημητρ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἀνάποδος καὶ τοῦ καηˬμένος μετοχ. τοῦ ρ. καίω.
Σημασιολογία
1) Ὁ πληγεὶς ὑπὸ ἀπροσδοκήτου θανάτου στενοῦ συγγενοῦς καὶ ἰδίᾳ τέκνου Λεξ. Δημητρ. 2) Ὁ φέρων δυστυχίαν Κεφαλλ.: Φρ. Τὴ gακή σου καὶ τὴν ἀναποδοκαηˬμένη σου! (ἐνν. ἡμέραν).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA