γερολυκοφαγωμένος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γερολυκοφαγωμένος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
γερολυκοφαγωμένος ἐπιθ. ἀμάρτ. γερολυκοφαωμένος Πελοπν. (Βερεστ.)
Ετυμολογία
Μετοχ. τοῦ ἀμαρτ. ρ. γερολυκοτρώγομαι.
Σημασιολογία
Ὁ φαγωμένος ἀπὸ γηραλέον λύκον: Ἀμ᾽ σπίτι εἶν᾽ τοῦτο ποὺ πῆρες, μωρὲ γερολυκοφαωμένε; (ἀρά).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA