γερομουριὰ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γερομουριὰ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
γερομουριˬὰ ή, Α. Πάλλ., Ταμπουρ. καὶ κόπαν., 7.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ θέμ. γερο- καὶ τοῦ οὐσ. μουριˬά.
Σημασιολογία
Γηραιά, μεγάλης ἡλικίας μορέα: Ποίημ. ᾽Στὶς ἐξοχὲς νὰ πᾶμε, νὰ δροσιστοῦμε᾽ς τὰ νερά, ᾽ς τὸν ἥσκιˬο τῆς γερομουριˬᾶς τὰ πωρικὰ νὰ φᾶμε.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA