ἀχεροσακκούλλα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀχεροσακκούλλα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀχεροσακκούλλα ἡ, Κρήτ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τῶν οὐσ. ἄχερο καὶ σακκούλλα.

Σημασιολογία

᾿Αχεροσάκκι, ὃ ἰδ.: ᾎσμ. Ἐπῆγα κ᾽ ἐπαdρεύτηκα κ᾿ ἤπηρα φτωχοπούλλα, δὲν ηὕρηκα ᾽ς τὸ σπίτι τζης μούτ’ ἀχεροσακκούλλα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/