ἀρκουδόμουτρο
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀρκουδόμουτρο
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀρκουδόμουτρο τό, Λεξ. Δημητρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν οὐσ. ἀρκούδα καὶ μοῦτρο.
Σημασιολογία
1) Μορφὴ ἄρκτου. 2) Μετων. ἄνθρωπος δύσμορφος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA